Η προστατίτιδα είναι ο γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη φλεγμονή του προστάτη. Ο όρος είναι πολύ γενικός...
ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ: 2310.227.145
Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη δηλαδή η μεγέθυνση του προστατικού ιστού, απασχολεί έναν στους δύο άνδρες από την ηλικία των 50 ετών και πάνω από το 80% των ανδρών άνω των 65 χρόνων. Ο προστάτης είναι ένας αδένας που βρίσκεται στη βάση της ουροδόχου κύστης και περιβάλλει το αρχικό τμήμα της ουρήθρας. Η κύρια λειτουργία του είναι η παραγωγή σπερματικού υγρού το οποίο είναι βασικό συστατικό του σπέρματος, στο οποίο περιέχονται τα σπερματοζωάρια. Όσο μεγαλώνει η ηλικία του άνδρα, τόσο μεγαλώνει και το μέγεθος του προστάτη. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται καλοήθης υπερπλασία προστάτη. Το μέγεθος του προστάτη δεν καθορίζει πάντοτε το μέγεθος της απόφραξης και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.
Η Καλοήθης Υπερπλασία του Προστάτη (ΚΥΠ) από μόνη της δεν σημαίνει τίποτα ιδιαίτερο. Σημασία έχει εάν ο αδένας ο οποίος μεγαλώνει πιέζει την ουρήθρα προκαλώντας μερική απόφραξη της ροής των ούρων.
Δεν είναι επικίνδυνη για την υγεία του ασθενούς, εφόσον βεβαίως ο ασθενής επισκεφθεί τον ουρολόγο.
Πρωτίστως, για να αποκλειστεί ότι πρόκειται για καρκίνο του προστάτη. Επίσης, γιατί εάν ο πάσχων παραμένει χωρίς θεραπεία τότε είναι πιθανόν να έχει υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, αιματουρίες, δημιουργία της λιθίασης ουροδόχου κύστεως, διαφόρου βαθμού νεφρική ανεπάρκεια ακόμη και πλήρη απώλεια της νεφρικής λειτουργίας. Επίσης, επίσχεση ούρων με ανάγκη τοποθέτησης καθετήρα στην κύστη.
Επειδή εκτός από τα ουρολογικά προβλήματα η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη δημιουργεί προβλήματα στην ποιότητα ζωής και στη σεξουαλική συμπεριφορά του πάσχοντος, πρέπει να γνωρίζει ότι η ουρολογία έχει προχωρήσει πολύ στην αντιμετώπιση αυτής της πάθησης με νέες ανώδυνες και αποτελεσματικές τεχνικές. Η μεγέθυνση του προστάτη (ΚΥΠ) διαπιστώνεται από τα προβλήματα που δημιουργεί στην ούρηση, καθώς πιέζει και σταδιακά αποφράσσει την ουρήθρα.
Ο ασθενής αντιλαμβάνεται ότι καθυστερεί η έναρξη ούρησης, παρατείνεται η διάρκειά της, μειώνεται η δύναμη ροής και στην ακτίνα ροής των ούρων, ή αυτά είναι διακεκομμένα. Επίσης, δημιουργείται αίσθημα ατελούς κένωσης της κύστης, επίσχεσης (κατακράτησης) ούρων, επιτακτικής ακράτειας, συχνουρίας, νυκτουρίας κ.α, ενώ έχει διαπιστωθεί ότι σχετίζεται και με προβλήματα στυτικής δυσλειτουργίας.
Ο ουρολόγος, μετά τη διενέργεια των εξετάσεων στις οποίες θα υποβάλλει τον ασθενή, θα προτείνει την ανάλογη κατά περίπτωση θεραπευτική αγωγή η οποία μπορεί να είναι αρχικά μόνο παρακολούθηση, μπορεί να περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή για την μείωση της υπερπλασίας) ή την χειρουργική θεραπεία.